Monday, December 3, 2007

Επεκτείνομεν σήμερον επικινδύνως την κυριαρχίαν μας επί της φύσεως

Αντέγραψα ένα καταπληκτικό κείμενο του Νίκου Καρούζου που διάβαζα χθες το βράδυ. Πρόκειται για κάτι που έγραψε τον Ιούνιο του 1975. Ο ποιητής χρησιμοποιεί ξαφνικά καθαρεύουσα για να μιλήσει για τις εξελίξεις του μέλλοντος σε συνδυασμό με την ανθρώπινη φύση, την κτητικότητα κι ανακατεύει αναφορές για τη γλώσσα (την ελληνική) και στο τέλος τον θαυμασμό του για τον Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη. Το μεγαλύτερο όμως μέρος του κειμένου αναφέρεται στις οικολογικές εξελίξεις είναι πολύ ενδιαφέρον. Καμιά φορά συνηθίζω δια της παράληψης τμημάτων των κειμένων να επικεντρώνω σ’ αυτό που θέλω να καταλάβω. Η αντιγραφή έγινε χωρίς να ακολουθηθεί η ορθογραφία του πρωτότυπου, στο μονοτονικό σύστημα.

Ψάρι, συγνώμη ιχθύς, σολομός (εξ Αλάσκας!) που μαγείρεψα χθες το βράδυ.
Sunday, December 2, 2007


Η ΜΟΝΑΔΙΚΟΤΗΣ ΤΟΥ ΠΑΡΟΝΤΟΣ
ΚΑΙ ΑΙ ΠΡΟΣΗΛΩΣΕΙΣ ΕΙΣ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ
[ΕΝΥΠΝΙΟΣ ΟΜΙΛΙΑ, ΦΩΣΦΟΡΙΖΟΥΣΑ ΔΙΑΣΚΕΔΑΣΤΙΚΩΣ,
ΕΝΩΠΙΟΝ ΠΥΚΝΟΥ ΔΑΣΟΥΣ ΕΛΑΤΩΝ
ΚΑΙ ΠΛΗΘΟΣ ΝΗΠΙΩΝ ΚΛΑΥΘΜΥΡΙΖΟΝΤΩΝ]


[…] Η εικών του κόσμου, συμφώνως προς την μετέωρον [αυτήν] άποψιν, πρόκειται να αλλάξη κατά τρόπον εντυπωσιακόν. Το σύνολον της ζωής, εν ολίγοις, προβλέπεται φωτεινότερον και βαθύτερον εις τον απέραντον δρόμον της Ειμαρμένης... Καθ’ ημάς εντούτοις αι του μέλλοντος ενατενίσεις ουδεμίαν έχουν ουσιώδη σημασίαν και μεθ’ όλης της απλής πραγματικότητος υποστηρίζομεν ότι κατ’ αρχαίαν και αδιάσειστον αλήθεια οι άνθρωποι, και παρά πάσαν βροτείαν πρόοδον, εξακολουθούντες αδιακόπτως να τέρπωνται και να οδυνώνται, υπό τον αόμματον ήλιον, εντός της πνιγηράς ατομικότητος, ήγουν της κτητικότητος, μίαν και μόνην μεταμόρφωσιν χρειάζονται, την προκαλουμένην από την συνείδησιν της απτής μοναδικότητος του παρόντος, ιδρυομένης εις την αποποίησιν του κακού, και το κακόν είναι πάντοτε και συλλήβδην η ατομικότης, η καταλύουσα υπούλως το πρόσωπον, ως δήθεν εσωτέρα αυτού δύναμις και προάσπισις. Παρήγορον πάντως ας θεωρήσωμεν ότι, παρ’ οιασδήποτε σοβαράς αμφιβολίας δια τα φωτεινότερα και βαθύτερα του μέλλοντος, ο παμμεγέθης Έρως δεν θα παύση να διαστέλλη τους οφθαλμούς των εν ηδονή κλυδωνιζομένων. Ανατιλέκτως, θα έχωμεν σπουδαίας μεταβολάς της Σκέψεως, αλλά και άλλας μυθιστορίας περί Υπάρξεως, άλλα τερτίπια της διανοίας, άλλα ευρήματα εις το διαβολάλωνο, την αυγούσταν επιστήμην αενάως εκλεπτυνομένην, πλην ο θάνατος, δηλονότι ο Έρως εν ετέρα μορφή ουδ’ αυτός θα παραλείψει να έκχέη το υπέροχον μύρον της ανυπαρξίας.
Ομιλώ εις την ηδύλαλον καθαρεύουσα, γλώσσαν η οποία λειτουργεί δι’ όλους ομοιομόρφως και κατ’ αυτόν τον τρόπον μας επιτρέπει να σχηματίζωμεν ακόπως τας σκέψεις μας. Είναι αυτή αναγκαία, μάλιστα, εις ωρισμένας περιπτώσεις. Χαρίζει άλλωστε κάτι το υπερφυσικόν εις τον έλληνα. Οδηγεί ευκολώτερον εις την εκκλησίαν. […]

Επεκτείνομεν σήμερον επικινδύνως την κυριαρχίαν μας επί της φύσεως, εκτοπίζομεν αυτήν καθ’ ημέραν και βαναυσότερον. Εξοντώνομεν τα δύστηνα όρη και, τρισχειρότεροι του Τζακ εκείνου του Αντεροβγάλτη, κρεουργούμεν ελαφρά τη καρδία τα πανάγια δάση. Καταστρέφομεν εκτάσεις και εκτάσεις, δια να υψώνομεν κατ’ αριθμόν μέγαν και αεί συντελούμενον πελώρια κυτία σπίρτων, τας λεγομένας πολυκατοικίας ή τους ακόρεστους πύργους, ως εκείνος ο ανθελληνικώτατος των Αμπελοκήπων, αφανίζοντες ταυτοχρόνως τον άσπιλον και όλως αδιαμαρτύρητον αέρα δια θαυμασίων καυσαερίων, ενώ παραλλήλως μολύνομεν εκ συστήματος την θάλασσαν, την δήθεν ηγαπημένην και δια κοπρώδους σωρείας ελαφρών ασμάτων μονοτόνως εξυμνουμένην – εξελίξεις, λέγουν αι οποίαι, όμως, προσθέτομεν ημείς και δεν σφαλλόμεθα, προσφέρουν και εις αυτούς ακόμη τους λαύρους και γαυριώντας εξελικτικούς ερεβώδη απελπισίαν, εξελίξεις, βεβαίως, και αύριον ή μεθαύριον – ιδικαί μας αι ασθμαίνουσαι ως αραβικαί φορβάδες δεκαετίαι και τας εύχομαι δι’ όλους πολλάς εκ βαθέων καρδίας – θα έχωμεν αεροβιομηχανίας, λόγου χάριν, και θα αγοράζομεν «καθαρόν αέρα Ολύμπου» και «καθαρόν αέρα Ιμαλαΐων», εντός πλαστικού πιθανώς ή και φιάλης, χαράς ευαγγέλια μάλιστα δια τας εταιρείας διαφημίσεων, την αφόρητον τηλεόρασιν, όσον και την φορητήν, και τα συναφή τούτων...
Αλλ’ έχομεν τα άστρα, θα κραυγάση ευδαίμων ο ιδεολόγος οπτιμιστής, ομιλών από άλλης, αναντιρρήτως, και απωτάτης ανθρωπότητος, διότι ημείς αναμφιβόλως, παρ’ όλας τας ιλιγγιώδης επιτεύξεις της Ιατρικής, δεν θα υπάρχωμεν δια να απολαύσωμεν το «φωτεινότερον και βαθύτερον» του κόσμου τούτου – τι μέγα κρίμα... Σημειούμεν εν τούτοις μετά πολλής της θλίψεως ότι οπουδήποτε και να φτάση ο άνθρωπος τα αυτά ή και χειρότερα θα πράξη, συνεχίζων εξαιρέτως την μελαγχολικήν ιστορίαν της κτητικότητος. Επομένως, η αληθής και σωτηριώδης εξέλιξις έγκειται εις θεάρεστον λύσιν του παλαιολιθικού προβλήματος της υπάρξεως και η λύσις αυτή λέγει ότι πρέπει κάποτε να επεκτείνωμεν την καρδίαν εις τας προς αλλήλους σχέσεις μας και τας προς την φύσιν, ήγουν την μη-κτητικότητα, πρέπει κάποτε να επεκτείνωμεν την εν ημίν αθωότητα την οποίαν αλίμονο αφανίζει η αδιάκοπος τάσις προς πολιτισμόν, ήτοι προς κτήσιν. Ήδη δε το όνειρον πολλών ανθρώπων αφυπνιζομένων είναι μόλις ένα χωραφάκι με πενιχρόν οικίσκον εις τας νήσους ή την χερσαίαν ύπαιθρον, αλλ’ όμως βεβαιωθήτωσαν άπαντες ότι προς αυτήν την κατεύθυνσιν η αντίστασις αποβαίνει ματαία, διότι η μάχη πρέπει να δοθεί εντός της ίδιας της κολάσεως, η οποία, εάν την αφήσομεν αμέριμνοι να επεκτείνεται και να επεκτείνεται, θα κατακαλύψη μίαν ημέραν με τας πολλαπλασιαζομένας αυτής φλόγας και το λυτρωτικόν χωραφάκι μας και τον οικίσκον...

Κατακλείοντες την ζοφεράν αυτήν ομιλίαν, εν τη καλή προαιρέσει να ευχαριστήσωμεν και τους δημοτικιστάς, μνημονεύομεν σχετικόν προς τας ανωτέρω σκέψεις μας ποιημάτιον, το οποίον παλαιότερον εφιλοτεχνήσαμεν υπό τον τίτλον «Ο άκέραιος κυρ Αλέξανδρος»:


[…]
Ήδη τα θύματα της Προόδου που πρόωρα σκουριάζει
πάνε στην πατρίδα του τη Σκιάθο
κι αγοράζουν ελπίζοντας οικόπεδα
πάνε για λίγο αεράκι λίγη θάλασσα και φρέσκο φεγγάρι.
Μα είν’ αδύνατο να κοροϊδέψουμε τη ρημαγμένη φύση
με ξυπόλυτα Σαββατοκύριακα και με τροχόσπιτα.
Ο ακέραιος κυρ Αλέξανδρος
εκείνος ο περιούσιος Παπαδιαμάντης
και το κεράκι μας ακόμη δεν το θέλει.

Του Νίκου Καρούζου
(Γεννήθηκε στο Ναύπλιο το 1926 και πέθανε στην Αθήνα το 1990)

Το κείμενο δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Σπείρα, τεύχος 2, Ιούνιος 1975 σελ. 108-109. Το απόσπασμα είναι αντεγραμμένο εδώ, από το «Νίκος Καρούζος, πεζά κείμενα», Νοέμβριος 1998, εκδόσεις ΙΚΑΡΟΣ (ISBN 960-7721-40-3) με φιλολογική επιμέλεια της Ελισάβετ Λαλουδάκη. Η αντιγραφή έγινε χωρίς να ακολουθηθεί η ορθογραφία του πρωτότυπου, στο μονοτονικό σύστημα.

Cologne today, (14:39) Monday, December 3, 2007
(mobile phone photo)


Αυτοκινητόμορφος μπετονένιος όγκος πάνω στη διαχωριστική νησίδα ανάμεσα στα πραγματικά αυτοκίνητα της πόλης. Πρόκειται για γλυπτό έργο στημένο εδώ και πολλά χρόνια στη μέση πολυσύχναστου κεντρικού δρόμου στη Κολωνία. (Άλλη φορά θα ψάξω και θα βρω στοιχεία για τον καλλιτέχνη και το έργο, γιατί με εντυπωσιάζει εδώ και 10 χρόνια αυτό το ακίνητο «αυτοκίνητο» από τσιμέντο)

Labels:

0 Comments:

Post a Comment

Subscribe to Post Comments [Atom]

<< Home